ΑΧΝΟΦΕΓΓΗ ΚΑΤΑΧΝΙΑ
Ανάλαφρο κύμα,
να φτάνει το στάχυ
της προσμονής.
Αχνόφεγγη καταχνιά,
πίσω απ’ την κουρτίνα
της πρώτης βροχής.
Στην άκρη του κλαδιού
Το πρόωρο μπουμπούκι,
μια καρδερίνα κελαηδεί.
Αιωνόβιος πλάτανος
ρίχνει τη σκιά του ,
παρέα τζιτζικιών.
Ξεχασμένη ανεμώνη,
σκορπάει το μύρο της
στην ανηφοριά του ονείρου.
Απαλό κοκκινάδι
στου μάγουλου το πλάι ,
έρωτας φαντάζει.
Στη ρίζα του βράχου,
πλένει τα πόδια της
ξεχασμένη αρμύρα.
Ανοίγει το ρόδο,
και το χώμα αναβλύζει
ξεχασμένες μελωδίες.
Αυλάκια χαράσσει
το γοργόφτερο υνί,
στις πλαγιές.
Αναποφάσιστα θωρούν,
αφημένα και τα κλαδιά
μέσα στην καταιγίδα.
Χρυσαφένιος δίσκος,
σήμερα ο ήλιος
δέξου το χάδι του.
Στις κόγχες των βράχων,
ασφάλεια απολαμβάνει
το άγουρο χταπόδι.
Αντικατοπτρισμοί γυαλίζουν
στης θάλασσας το λείο
κάλεσμα για κολύμπι .
Αναθάρρημα καρδιάς
κι αδειάζει το φορτίο
της σκέψης σου.
Δεν αρκεί μόνο
το γαλάζιο της θάλασσας ,
να γευτώ δεν προφταίνω.
Η σκόνη
Σηκώθηκε ψηλά,
ή η ομίχλη πέφτει;
Δες το φτερό,
που μετεωρίζεται
σαν ελπίδα εφήμερη.
Σαν πεταλούδα,
στη σχίζα του φλοιού
αναθαρρεί η ψυχή.
Όπως σουρουπώνει
κυλούν οι σκιές
πρόωρη υγρασία.
Μουντός ουρανός,
να ανάψουν τ’ αστέρια
με φωτεινές φορεσιές.
Σαν θάλασσα
στάζουν τα γένια,
αλάτι ποτισμένα.
Αναπάντεχα
χάραξε στο σκοτάδι ,
ριπές ευτυχίας.
Γερμένο στην άμμο,
τις λάμψεις του σβήνει
το δειλινό.
Ανέπαφη δημιουργία
σε δρόμο βρεγμένο,
ταξιδεύει το αέναο.
Αχιλλέας Φιστουρής
